Τοπογραφία

Το πλησιέστερο προς την Ορεινή βουνό, ο Λαϊλιάς είναι πασίγνωστο σ'όλη την Ελλάδα. Η σπάνια ομορφιά του αποτελεί πόλο έλξης για τους φυσιολάτρες. Φυσικά το ενδιαφέρον των κατοίκων της Ορεινής εστιάζεται περισσότερο στη δυνατότητα που τους δίνει το βουνό για οικονομική εκμετάλλευση της πολύτιμης ξυλείας. Πολλοί κάτοικοι απασχολούνται με την υλοτομία. Καθοριστικός παράγοντας επίσης για το δέσιμο του βουνού αυτού με τους κατοίκους αποτελεί η ύδρευση του χωριού από τις κρυστάλλινες πηγές του. Ανατολικά του χωριού απλώνεται το όρος Μενοίκιο, ένα βουνό με άγρια ομορφιά. Βαθιά φαράγγια απλώνονται στον τεράστιο όγκο του. Η ανατολή του ήλιου είναι μια στιγμή αμέτρητου κάλλους. Το κλίμα είναι ξηρό και υγιεινό. Είναι σε όλους γνωστό ότι το χωριό αποτελούσε τόπο φιλοξενίας και ανάρρωσης για ανθρώπους με πνευμονικές παθήσεις.


Ιστορική προέλευση κατοίκων

Για την προέλευση των κατοίκων και, την παλιά ονομασία του χωριού δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες ή άλλα ευρήματα. Στοιχεία που σώθηκαν από την προφορική παράδοση των κατοίκων από γενιά σε γενιά μπορούν να χρησιμοποιηθούν με κάθε επιφύλαξη ως προς την ιστορική τους βαρύτητα.

Οι άνθρωποι λοιπόν του χωριού γυρνούν τις μνήμες πίσω και προσπαθούν να εισχωρήσουν στο πέρασμα των αιώνων, με ύφος που θυμίζει τις γιαγιάδες μας, όταν μας έλεγαν τα όμορφα παραμύθια τους. Υπάρχουν λοιπόν αξιόπιστα στοιχεία ότι πριν 350-400 χρόνια περίπου, στο χωριό εμφανίστηκε επιδημία χολέρας, η οποία στην κυριολεξία κόντεψε να εξαφανίσει τους κατοίκους. Όσοι διασώθηκαν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους. Όταν υποχώρησε η ένταση της επιδημίας, όσοι επέζησαν ξαναγύρισαν στους τόπους που έζησαν οι μανάδες και, οι πατέρες τους. Το χωριό το ονομάζουν "ΦΡΑΣΤΑΙΝΑ" που στο σλαβόφωνο ιδίωμα σημαίνει ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ. Επαναλαμβάνουμε, αυτό με κάθε επιφύλαξη. Η σημερινή ονομασία του χωριού είναι σαφής ένδειξη της γεωγραφικής του θέσης. Πολλοί λαοί είτε λόγω πολεμικών συνθηκών" είτε λόγω οικονομικών αναγκών ήρθαν σε επαφή με τους κατοίκους της Ορεινής, Σλάβοι, Βούλγαροι, Τούρκοι κ.λ.π. Η ιδιορρυθμία της γλώσσας που μιλούν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι του χωριού οφείλεται καθαρά σε παράγοντες που αν θέλετε επιβλήθηκαν από το ιστορικό γίγνεσθαι της περιοχής. Την αποκαλούν "Μακεδονική" και είναι βουλγαρική διάλεκτος, η οποία όμως λόγω της στενότερης επαφής και συνύπαρξης των λαών στη Μακεδονία δέχθηκε πάμπολλα ελληνικά, τουρκικά και αλβανικά στοιχεία. Η αναγκαστική πολλές Φορές χρησιμοποίηση του σλαβόφωνου ιδιώματος ήταν η κύρια αιτία της επικράτησης του. Πολλές φορές λόγου χάρη ο ελληνικός πληθυσμός αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει αυτή τη διάλεκτο για συνεννόηση αλλά κυρίως για ν' αποφύγει το μίσος των Τούρκων και το τρομερό παιδομάζωμα που γινόταν κυρίως σε βάρος των Ελλήνων.


Μια προσωπική μαρτυρία

(Γράφτηκε όπως ακριβώς μας τη διηγήθηκε ο παππούς Θωμάς χωρίς καμιά δικιά μας παρέμβαση) Το χωριό μας είναι πάρα πολύ παλιό. Η ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν, μόνο προφορικά. Από γενεά σε γενεά, από παππού στον εγγονό, έτσι κι εγώ γνωρίζω αυτά τα λίγα πράγματα. Πρέπει να γυρίσουμε αρκετά πίσω, ίσως πάνω από χίλια χρόνια, για να φτάσουμε περίπου στη γέννηση του χωριού μας. Μια εκδοχή λέει ότι το χωριό το δημιούργησαν τρία αδέλφια κτηνοτρόφοι. Ο Έντσιος, ο οποίος κατοικούσε στην τοποθεσία "Ναγλέδα", που ακόμα και σήμερα ονομάζουμε " Έντσιου σπίτια" . Ο Τουντάν που κατοικούσε στην τοποθεσία "Ιου- ντάνοβο" και ο Γέρακα ρ, ρ οποίος κατοικούσε στην τοποθεσία "Γερακαρέ". Αυτού οι τρεις, και μια άλλη ομάδα, ενώ στην αρχή ζούσαν χωριστά, ενώθηκαν και, έφτιαξαν το χωριό. Ο λόγος που ενώθηκαν ήταν ο φόβος από τις επιδρομές των ληστών. Σύμφωνα με μία άλλη παράδοση οι κάτοικοι του χωριού ήρθαν από την Κέρκυρα και εγκαταστάθηκαν εδώ. Μετά την ολοκληρωτική επικράτηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σ' ολόκληρη τη Βαλκανική χερσόνησο, ορισμένοι κάτοικοι της Κέρκυρας αντέδρασαν δυναμικά στον τύραννο Σουλτάνο. Οι Τούρκοι τους εξόρισαν σε μια περιοχή απόμερη, κρυμμένη και χαμένη μέσα στο δάσος, πνιγμένη γύρω-γύρω με βουνά, έτσι ώστε να τους αποπροσανατολίσουν. Αυτοί όλοι θαλασσινοί έχασαν στην κυριολεξία τον "μπούσουλα". Αυτή η περιοχή εξορίας δεν ήταν άλλη από τη σημερινή Ορεινή. Ας γυρίσουμε λίγο στη γλώσσα. Η διάλεκτος αυτή που χρησιμοποιούμε είναι κράμα από λέξεις της αρχαίας ελληνικής, τουρκικές και βουλγαρικές. Δηλαδή, δεν είναι όπως πιστεύουν πολλοί, καθαρά Βουλγαρική γλώσσα. Σας αναφέρω ένα παράδειγμα που ίσως σας βοηθήσει. Οι αρχαίοι Έλληνες όταν έλεγαν ο "μυς" εννοούσαν τον ποντικό. Εμείς τον ποντικό τον ονομάζουμε "μύσκα" ή "μύσιο". Φυσικά για να φτάσουμε στο σημείο να χρησιμοποιούμε αυτή τη γλωσσική διάλεκτο γνωρίσατε τόσες πολλές πιέσεις, που δε μπορεί να τις φανταστεί ανθρώπινος νους. Ειδικά οι Βούλγαροι όταν είχαν τα μάτια τους στραμμένα προς την Άσπρη θάλασσα, όπως αποκαλούσαν το Αιγαίο . Μετά τα βουλγαρικά κομιτάτα ήθελαν να αφανίσουν καθετί ελληνικό και ειδικότερα τη γλώσσα. Και τόσο που αντέξαμε, ένας θεός το ξέρει. Φτάνοντας λίγο προς το τέλος, θέλω να σας πω ότι στην περίοδο του εμφυλίου αναγκαστήκαμε να μεταφερθούμε για διάστημα περίπου 3 χρόνων στην πόλη των Σερρών. Εκεί ήμασταν στοιβαγμένοι μέσα στα καπνομάγαζα σαν τις σαρδέλες. Όταν γυρίσαμε πίσω, προσπαθήσαμε όλοι μαζί να ξεκινήσουμε μια καινούρια ζωή. Πολύς αγώνας - πολλή δουλειά.


Εργασία στα πλαίσια της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
Υπεύθυνος Δάσκαλος: Ευαγγέλου Αριστείδης